Όταν η εικόνα μας γίνεται το κλουβί μας

«Έφτιαξα τη δική μου εικόνα. Την έντυσα με λάμψη και επιθυμία. Και τώρα είμαι υποχρεωμένη να τη ζω. Αλλά δεν είμαι εγώ.»
— Μαίριλυν Μονρόε
Υπάρχουν στιγμές που κοιτάς τον εαυτό σου στον καθρέφτη και δεν ξέρεις αν βλέπεις το ίδιο ρο πρόσωπό σου ή την εικόνα που απλά έμαθες να δείχνεις προς τα έξω, ενα χαμόγελο που ίσως δεν είναι δικό σου, ένα μακιγιάζ που ίσως καλύπτει τον πόνο σου, ένα ντύσιμο που κατι θέλει να κρύψει. Γι’ αυτό και κάποιες στιγμές ήσυχες, μέσα σου στριφογυρίζει μια ερώτηση:
Ποια είμαι στ’ αλήθεια, όταν δεν με κοιτάει κανείς;
Ζούμε σε έναν κόσμο που αγαπά την εικόνα. Που την προβάλλει, την πουλά, την ανταμείβει. Και πολλές φορές, την μπερδεύει με την αλήθεια.
Έτσι αρχίζει η ρωγμή: η απόσταση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και το είναι.

Φαίνεσθαι: Ο Ρόλος που Δεν Ξεβάφει
Το “φαίνεσθαι” είναι ο ρόλος που φορέθηκε για να εξυπηρετήσει κάποιο σκοπό, ακόμη και για να μας προστατέψει. Η εικόνα που μάθαμε να προβάλουμε έξω για να είμαστε αποδεκτοί, για να μην μας κρίνουν, για να νιώσουμε σπουδαίοι. Είναι ο ρόλος του δυνατού, του θετικού, του άφθαρτου.
Και όσο πιο πολύ τον παίζουμε, τόσο πιο πολύ ξεμακραίνουμε από την πραγματικότητα, από το ίδιο μας το σώμα, τις ανάγκες αλλά και την αλήθεια μας.
Στην αρχή μοιάζει με επιτυχία, αλλά μετά καταντά εξαντλητικό.
Και στη συνέχεια γίνεται μια φυλακή, στην οποία κλεινόμαστε οικειοθελώς.
Είναι: Το Σώμα που Θυμάται
Το φαίνεσθαι είναι θορυβώδες, χρειάζεται διαρκώς τροφή: χειροκρότημα, επιβεβαίωση, likes, μάτια στραμμένα πάνω του και θετικές αντιδράσεις
Το είναι, αντίθετα, δεν φωνάζει. Κάθεται φρόνιμο στη γωνίτσα του, δεν ζητά προσοχή, απλώς υπάρχει και πνίγεται…
Είναι το σώμα όταν σιωπά,
το βλέμμα όταν βαραίνει,
το δάκρυ που κυλά χωρίς εξήγηση.
Είναι η κόπωση που αφήνει το «πρέπει»,
η θλίψη που γεννά το «δεν είμαι αρκετός»,
η πείνα που προκαλεί ό,τι δεν ειπώθηκε ποτέ.
Το είναι δεν φορά μάσκες, αφού δεν το ενδιαφέρει αν δείχνει όμορφο ή αδύναμο.
Είναι η αλήθεια που ζει κάτω από τις λέξεις,
πίσω από τα φίλτρα,
μέσα στο σώμα.
Και, όσο κι αν το αγνοούμε,
κάποια στιγμή ζητά τον χώρο του.
Ζητά να το συναντήσουμε ξανά.
Γιατί χωρίς εκείνο, το “φαίνεσθαι” δεν έχει ρίζες.
Η Εσωτερική Διάσπαση
‘Οσο μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα σε αυτό που φαίνεσαι και σε αυτό που είσαι, τόσο βαθαίνει η κόπωση, η μοναξιά και η αποξένωση.
Η εξωτερική εικόνα σε προστατεύει από την απόρριψη, αλλά σε κρατά μακριά από την αγάπη και την αυθεντικότητα.
Κανείς δεν μπορεί να αγαπήσει το μέσα σου, όταν εσύ δεν του το δείχνεις.
Κανείς δεν θα σε δει στ’ αλήθεια, αν δεν του επιτρέψεις να δει εσένα.
Και τότε γεννιέται μια άλλη ερώτηση:
Θέλω να με αγαπούν για αυτό που δείχνω; Ή για αυτό που είμαι;

Και αν δεν ξέρω ποια είμαι;
Εδώ αρχίζει η αλήθεια. Η πιο σιωπηλή, η πιο δύσκολη.
Πώς να με αγαπήσουν για αυτό που είμαι, όταν ούτε εγώ δεν το γνωρίζω;
Και όμως, δεν είναι ότι δεν υπάρχεις — είναι ότι δεν έχεις ακόμη στραφεί προς εσένα.
Το “είμαι” δεν είναι κάτι στατικό ή έτοιμο. Δεν είναι ένας ρόλος, μια ταμπέλα ή μια βεβαιότητα. Είναι κάτι που χτίζεται με κάθε πράξη παρουσίας, με κάθε στιγμή που αφήνεις τη μάσκα να πέσει. Που παρατηρείς. Που ανασαίνεις πιο βαθιά, πιο ειλικρινά.
Δεν χρειάζεται να “ξέρεις” ποια είσαι.
Αρκεί να τολμάς να είσαι — στην αμηχανία, στην αλήθεια, στη σιωπή.
Η Αυθεντικότητα Δεν Είναι Μορφή. Είναι Πρόθεση.
Το να υπάρχω χωρίς να αποδεικνύω, χωρίς να στρογγυλεύω την αλήθεια μου, χωρίς να επιμελούμαι διαρκώς την εικόνα μου — αυτό είναι αυθεντικότητα.
Και τότε αρχίζει να αλλάζει κάτι. Δεν χρειάζεσαι πολλούς.
Αρκεί να υπάρξει ένας άνθρωπος που θα σε δει έτσι όπως είσαι, όχι παρά τις ρωγμές σου — αλλά εξαιτίας αυτών.
Ας σκεφτούμε για λίγο:
- Τι από αυτό που δείχνω, δεν είμαι;
- Ποια αλήθεια μέσα μου, ζητά να ακουστεί;
- Αν έπαυα να παίζω ρόλο, τι θα απέμενε;
- Και… θα τολμούσα να μείνω μαζί του;
Η ψυχή δεν αντέχει για πάντα μέσα στη μάσκα.
Κάποια στιγμή ζητά να ανασάνει.
Και τότε — ή θα τη φιμώσεις, ή θα την ελευθερώσεις.
Παρακολούθησε το βίντεό μου: