
Υπάρχουν στιγμές που λέμε κάτι και γελάμε, και ταυτόχρονα κάτι μέσα μας ξυπνά.
Μια από αυτές τις στιγμές ήρθε σε μια κουβέντα με φίλες μου στο group μας στο viber.
— «Ό,τι μας ενοχλεί, το πετάμε στα σκουπίδια. Και όποιος δεν το αντέχει… ξύδι!»
Ειπώθηκε με ενθουσιασμό. Με εκείνο το μείγμα πίκρας και ελευθερίας που φέρνει παροδική λύτρωση.
Και γελάσαμε.
Γιατί ναι, ήταν ανακουφιστικό.
Ή έτσι φαινόταν.
Αλλά κάπου εκεί, μέσα στη σιωπή που ακολούθησε, κάτι με τσίμπησε απαλά:
Μήπως τελικά δεν πετάω τίποτα;
Μήπως απλώς το αποφεύγω;
Μήπως τα βάζω απλά κάτω από το χαλί και μετά θα σκουντουφλήσω πάνω τους;
Γιατί η αλήθεια είναι ότι πολλές από τις συμπεριφορές που μας ενοχλούν,
δεν μας ακουμπούν τυχαία.
Ενεργοποιούν κάτι παλιό. Έναν φόβο. Ένα απωθημένο “δεν αξίζω”.
Ή απλώς μας θυμίζουν ότι δεν έχουμε πει καθαρά το “όχι” μας.
Τι σημαίνει πραγματικά να πετάς κάτι;
Όχι, δεν είναι να το απορρίπτεις με οργή.
Ούτε να το διαγράφεις με σκληρότητα.
Το αληθινό «πέταγμα» σημαίνει ότι πρώτα το βλέπω,
το αναγνωρίζω,
το κατανοώ,
και μετά λέω: δεν το χρειάζομαι πια.
Όχι γιατί το μισώ,
αλλά γιατί έχω φτάσει εκεί όπου δεν με ορίζει.
Αυτό, φίλες και φίλοι, είναι η ενσυνείδητη απελευθέρωση.
Όχι αντίδραση. Όχι άμυνα. Όχι ειρωνεία με το “κερνάμε ξύδι”.
Αλλά καθαρότητα.
Από το «ξύδι» στο «σέβομαι εμένα»
Σε μια άσκηση που κάνουμε συχνά στα σεμινάρια μου,
καλώ τους ανθρώπους να πουν τη φράση:
«Σε καταλαβαίνω που δεν μπορείς να με σεβαστείς.
Αλλά εγώ πλέον μπορώ να με προστατέψω.»
Αυτό είναι ένα «όριο» που δεν χτυπάει την πόρτα του άλλου —
απλώς την κλείνει με ησυχία.
Δεν υπάρχει θυμός. Υπάρχει απόφαση.
Δεν υπάρχει τιμωρία. Υπάρχει φροντίδα.

Η καθημερινή ζωή συχνά μας φέρνει αντιμέτωπους με συμπεριφορές και καταστάσεις που προκαλούν δυσφορία. Η έκφραση “πετάμε στα σκουπίδια και κερνάμε ξύδι” αποτυπώνει μια βαθιά επιθυμία για οριστική απόρριψη και απομάκρυνση όσων θεωρούνται ανεπιθύμητα από την προσωπική σφαίρα. Παράλληλα, αντανακλά την έμφυτη ανάγκη του ατόμου να προστατεύσει τον εαυτό του από οτιδήποτε το βλάπτει, το εξαντλεί ή το ενοχλεί. Η επιθυμία για άμεση και οριστική απομάκρυνση του ενοχλητικού. Η φράση “κερνάμε ξύδι” παραπέμπει σε μια σκληρή, δυσάρεστη απάντηση ή αντίδραση.
Στο σύγχρονο κοινωνικό πλαίσιο, η έννοια του “cancel culture” (κουλτούρα της ακύρωσης) αποτελεί μια ευρύτερη κοινωνική εκδοχή της απόρριψης ανεπιθύμητων συμπεριφορών. Αυτή ορίζεται ως η “απόσυρση υποστήριξης προς δημόσια πρόσωπα και εταιρείες, αφού είπαν ή έκαναν κάτι που θεωρείται προσβλητικό ή (γενικά) απαράδεκτο”.

Ενώ η επιθυμία να “πετάξουμε στα σκουπίδια” ό,τι μας ενοχλεί είναι κατανοητή, η ψυχολογική προσέγγιση προτείνει την υιοθέτηση ενεργών, υγιεινών στρατηγικών διαχείρισης αντί για απλή αποφυγή ή επιθετική αντίδραση. Η συναισθηματική νοημοσύνη, τουλάχιστον σε ενδοπροσωπικό επίπεδο, στοχεύει κατά βάση στη διαχείριση των αρνητικών συναισθημάτων.
Η αποτελεσματική διαχείριση των συναισθημάτων και των σχέσεων είναι ζωτικής σημασίας για την προσωπική ευημερία και την αποφυγή χρόνιου στρες και επαγγελματικής εξουθένωσης (burnout), η οποία ορίζεται ως μια κατάσταση συναισθηματικής και σωματικής εξάντλησης, κυνισμού και αδιαφορίας.
Η μετάβαση από την παθητική ή επιθετική απόρριψη στην ενεργή ψυχολογική διαχείριση είναι κρίσιμη για την οικοδόμηση ανθεκτικότητας και υγιών σχέσεων. Για παράδειγμα, η “απόρριψη” του ενοχλητικού μπορεί να επιτευχθεί μέσω διεκδικητικής επικοινωνίας και σαφών ορίων, τα οποία είναι πιο αποτελεσματικά από την απλή “αδιαφορία” ή την “επιθετική” απόρριψη. Η ψυχολογία προσφέρει το “πώς” πίσω από το “τι” της λαϊκής σοφίας, μετατρέποντας τις διαισθητικές αντιδράσεις σε συνειδητές, θετικές συμπεριπορές και επιτρέποντας στο άτομο να αναλάβει την ευθύνη για τη δική του συμπεριφορά και συναισθήματα. Συνεπώς το “ξέπλυμμα” της αρνητικότητας, βοηθά ακόμη περισσότερο.
Η θέσπιση υγιών ορίων αποτελεί τη θεμελιώδη βάση για την αυτοπροστασία και την οικοδόμηση ισορροπημένων σχέσεων. Η κατανόηση των διαφόρων τύπων ορίων (σωματικά, συναισθηματικά, υλικά, χρόνου, σεξουαλικά) και η συστηματική εφαρμογή τους μέσω σαφούς και διεκδικητικής επικοινωνίας είναι απαραίτητη. Η διαδικασία αυτή απαιτεί αυτογνωσία, την ικανότητα να εκφράζονται οι ανάγκες με σεβασμό και τη συνέπεια στην επιβολή των συνεπειών, ενώ παράλληλα διατηρείται η ευελιξία για προσαρμογή των ορίων καθώς οι σχέσεις εξελίσσονται. Η ικανότητα να θέτουμε και να διατηρούμε όρια είναι δείκτης ψυχολογικής ανθεκτικότητας, καθώς απαιτεί αυτοπεποίθηση και την αποδοχή της δυσφορίας που μπορεί να προκύψει.
Παράλληλα, η αποτελεσματική διαχείριση των συναισθημάτων, ιδίως των αρνητικών, είναι κεντρική για την ψυχική ευεξία. Η αναγνώριση ότι τα συναισθήματα πηγάζουν από τις σκέψεις μας και η υιοθέτηση πρακτικών συναισθηματικής ρύθμισης, όπως η ενσυνειδητότητα, η διαχείριση του στρες και η γνωσιακή αναπλαισίωση, επιτρέπουν στο άτομο να αντιδρά συνειδητά αντί να παρασύρεται από παρορμητικές συμπεριφορές. Η κατανόηση της ψυχοφυσιολογικής βάσης της συναισθηματικής ρύθμισης μειώνει την αυτο-ενοχή και ενθαρρύνει την αναζήτηση επαγγελματικής βοήθειας, όταν αυτή είναι απαραίτητη.

Οπότε, αν θέλεις αληθινά να αφήσεις κάτι πίσω…
Μη βιαστείς να το πετάξεις.
Στάσου λίγο μαζί του.
Δες τι σου δείχνει.
Τι σε πληγώνει. Τι δεν άντεξες στην παιδική ηλικία. Πού ξέχασες ποια/ποιός είσαι.
Και ύστερα, μέσα από τη γνώση και την παρουσία, άφησέ το.
Όχι με βία.
Με φως.